Πέμπτη 9 Ιανουαρίου 2020

RIVALS ARE FOREVER DERBIES DELLA LOMBARDIA


Με το νέο έτος, όπως σας προϊδέασα, θα δοθεί έμφαση σε retro θέματα, τα οποία είχα κατά νου για αρκετό καιρό, αλλά η επικαιρότητα και οι γιορτές δεν άφηναν περιθώρια υλοποίησης τους.

Ξεκινάω, λοιπόν, μια ξεχωριστή ενότητα αφιερωμάτων, σε κλασικά τοπικά derby, που έχουν γράψει τη δική τους ιστορία στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ… 

Φυσικά, τόσο η φετινή πορεία του Ολυμπιακού στην Euroleague, όσο και η προσπάθεια του για ανασύνταξη στο μέλλον, θα συνεχίσουν να μας απασχολούν σε συχνή βάση, ωστόσο μας δίνεται η ευκαιρία να «σκαλίσουμε» το παρελθόν, με ένα ταξίδι, που θα αναδείξει σπουδαίες στιγμές και αναμετρήσεις, μεταξύ μεγάλων ομάδων και των arch rivals τους! 

Η ετυμηγορία της κάλπης (σας ευχαριστώ για τη συμμετοχή), έβγαλε ξεκάθαρο νικητή, έναντι του derby της Καταλωνίας, ανάμεσα σε Barcelona και Badalona, τις μάχες της Βόρειας Ιταλίας και συγκεκριμένα, τα περίφημα Derbies della Lombardia, με πρωταγωνίστριες τρεις ομάδες, οι οποίες εδρεύουν σε πόλεις, που απέχουν μεταξύ τους, λιγότερο από 60 χλμ.


Μάλιστα, σε αυτή την πρεμιέρα, θα ασχοληθούμε αποκλειστικά με αγώνες, που έχουν δώσει μεταξύ τους οι Varese, Olimpia Milano και Cantu για Ευρωπαϊκές διοργανώσεις. 

Είναι τόσο πλούσια η προϊστορία, ειδικά τις δεκαετίες 70 και 80, πολύ πριν οι «εμφύλιοι» αποτελέσουν σύνηθες φαινόμενο, ώστε μας δίνεται η δυνατότητα να εστιάσουμε σε αυτό το κομμάτι και μόνο… 

Ξεκινάμε, λοιπόν, με πιστό σύντροφο τη συλλεκτική έκδοση του περιοδικού «Τρίποντο», με τον τίτλο «100 χρόνια μπάσκετ», το ταξίδι μας πίσω στα 70ς… 

Τότε, που λίγοι από όσους θα διαβάζουν αυτό το κείμενο είχαν γεννηθεί, για να δούμε πως ξεκίνησε να «χτίζεται» ο μύθος της Varese και πως τη διαδέχθηκαν οι δύο γειτόνισσες της! 

Μπορεί η Olimpia Milano, να είναι πολυνίκης Ιταλικών πρωταθλημάτων με 28 (έναντι 10 της Varese και 3 της Cantu), μπορεί η γενιά μου να ανδρώθηκε με το derby της Bologna, ανάμεσα σε Virtus και Fortitudo και να έζησε από κοντά, τις μεγάλες φουρνιές, που είχαν οι Benetton, Scavolini, Trieste, ωστόσο η πρώτη κορυφαία, σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, Ιταλική ομάδα υπήρξε η Varese (Ignis τότε και Emerson μετέπειτα). 


Μετά τη Riga της δεκαετίας του 50 και τις CSKA, Real στα 60ς, η Varese πήρε τα σκήπτρα, με 5 κατακτήσεις Κυπέλλου Πρωταθλητριών (το οποίο περιλάμβανε και back2back τρόπαια με αντίπαλο τη «Βασίλισσα»), σηματοδοτώντας μια νέα εποχή και παίρνοντας τον τίτλο της πιο επιτυχημένης ομάδας, τότε, στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ! 

Όμως, σε αυτό το κείμενο, θα μας απασχολήσουν οι επικές κόντρες της με τις δυο άσπονδες συμπατριώτισσες της και όχι ένα flash back στην ιστορία τους συνολικά… 

Από την περίοδο 1972 – 73, μέχρι το 1995 – 96, που χρονολογείται ο τελευταίος «εμφύλιος» μεταξύ των τριών ομάδων, οι Varese, Cantu και Olimpia, έχουν αναμετρηθεί μεταξύ τους στα πλαίσια των τριών Ευρωπαϊκών Κυπέλλων, συνολικά 17 φόρες και όλες σε κρίσιμους αγώνες (προημιτελικοί, ημιτελικοί και τελικοί)! 

Αναλυτικά, το πιο συχνό ζευγάρι, είναι αυτό ανάμεσα σε Cantu και Milano, με την πρώτη να μετρά 4 νίκες, έναντι 3 της αντιπάλου της. Όπως θα δούμε αναλυτικά στη συνέχεια, μία από αυτές τις νίκες, χάρισε στην Cantu το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1983. 


Ωστόσο, πλούσια είναι η προϊστορία ανάμεσα και στα υπόλοιπα ζευγάρια. Varese και Milano έχουν τεθεί αντιμέτωπες 5 φόρες, με την τελευταία να έχει πανηγυρίσει δύο φορές μόνο μεν, τη μία σε τελικό Κυπέλλου Korac δε! 

Αντίστοιχα η Varese έχει τη μερίδα του λέοντος απέναντι στην Cantu, με 3 νίκες έναντι 2, όμως η Cantu είναι εκείνη, που έφυγε νικήτρια από τον τελικό του Κυπέλλου Κυπελλούχων το 1980, απέναντι στη «μισητή» αντίπαλο της… 

Είναι αξιοσημείωτο, ότι οι τρεις ομάδες έχουν αντιμετωπίσει η μία την άλλη σε τελικούς όλων των Ευρωπαϊκών Κυπέλλων, προσφέροντας αξέχαστες στιγμές. Για να καταλάβετε περί τίνος πρόκειται, από τα 17 παιχνίδια μεταξύ τους, τα 3 είναι για τελικούς και τα 12 για ημιτελικούς! 

Συνολικά η Varese έχει 6 νίκες, η Cantu επίσης 6 και η Olimpia 5, για τέτοια ισορροπία μιλάμε. 


Και για να κλείσουμε το «στατιστικό» γαϊτανάκι, να πούμε ότι τα παλμαρέ των τριών ομάδων κοσμούν συνολικά δέκα τρόπαια Κυπέλλου Πρωταθλητριών (5 η Varese, 3 η Milano και 2 η Cantu), εννέα Κυπελλούχων – Saporta (4 η Cantu, 3 η Milano και 2 η Varese) και έξι Korac (4 η Cantu και 2 η Milano)! 

Ας ξεκινήσουμε, όμως, το mini «οδοιπορικό» μας, από τις αρχές της δεκαετίας 70, τότε, που, όπως φροντίζει, να μας μάθει η έκδοση «100 χρόνια μπάσκετ», χτίστηκαν οι βάσεις για την είσοδο της Varese στο πάνθεον των Ευρωπαϊκών Κυπέλλων, την ίδια ώρα που οι γειτόνισσες της, για διαφορετικούς λόγους, θα έπρεπε να περιμένουν μερικά χρόνια, για να κάνουν και εκείνες, ξανά το άλμα προς την κορυφή… 


Μετά τις τρεις πρώτες συμμετοχές της σε τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών (την 3ετία 1970 – 72), με απολογισμό δύο νίκες απέναντι σε CSKA και Jugoplastika και μία ήττα από την ομάδα του Στρατού, η Varese στόχευε να φθάσει στον 4ο σερί τελικό της (να πούμε ότι κατέχει ένα μοναδικό ρεκόρ με παρουσία σε 10 συνεχείς τελικούς του Κυπέλλου Πρωταθλητριών) και σε μια ακόμη κατάκτηση του τροπαίου.

Ωστόσο, για να τα καταφέρει, θα έπρεπε να ξεπεράσει το εμπόδιο της Olimpia Milano (Simmental τότε), σε διπλούς ημιτελικούς, μιας ομάδας η οποία μετά από την αποχώρηση του εμβληματικού προπονητή Cesare Rubini, βρισκόταν σε μεταβατική φάση.

Το εμπόδιο, της Simmental αποδείχθηκε … χαμηλό και έτσι το πρώτο εμφύλιο «ζευγάρωμα» βρήκε θριαμβεύτρια τη Varese, που με δύο εύκολες νίκες, προκρίθηκε στον τελικό της Λιέγης, εκεί όπου παρά την απουσία του Meneghin, κατέκτησε τον τρίτο της τίτλο! 


Ίσως η καλύτερη έκδοση της Ιταλικής ομάδας με το σπουδαίο Μεξικάνο Manuel Raga, να βρίσκει το alter ego του, στον Αμερικάνο forward, με το εξαιρετικό σουτ, Bob Morse! 


Αφού μεσολάβησαν 2 σεζόν, κατά τις οποίες η Varese συνέχισε να αποτελεί πρωταγωνίστρια, με μία ήττα στον τελικό της Nantes το 1974 και μία νίκη στον τελικό της Αμβέρσας την επόμενη χρονιά, με αντίπαλο και στις δύο περιπτώσεις τη Real, είχε φθάσει ξανά η στιγμή το 1976, για άλλον ένα εμφύλιο ημιτελικό, απέναντι στην ίδια και μια άλλη ανερχόμενη δύναμη του Ιταλικού μπάσκετ, την Cantu, που την προηγούμενη περίοδο είχε κατακτήσει το δεύτερο … scudetto της! 

Ξανά, με αντίπαλο rival ομάδα, η Varese αποδείχθηκε απόλυτος κυρίαρχος, νικώντας και στα δύο παιχνίδια την Cantu και παίρνοντας την πρόκριση για ένα ακόμη τελικό, απέναντι στη Real, επί της οποίας επικράτησε στη Γενεύη! 

Αυτό, όμως, θα ήταν το τελευταίο της Κύπελλο Πρωταθλητριών. Παρά τις επιτυχίες, οι οποίες ακολούθησαν (συμμετοχές σε Ευρωπαϊκούς τελικούς, με αποκορύφωμα την κατάκτηση του Κυπέλλου Κυπελλούχων), ο κύκλος της ομάδας σταδιακά θα έκλεινε, γεγονός που συνέπεσε με το θάνατο λίγους μήνες αργότερα, του θρυλικού προέδρου της Giovanni Borghi. 

Μετά από αυτό το συμβάν, τίποτα δε θα ήταν ίδιο και η Varese δε θα ξαναγινόταν ποτέ το μπασκετικό μέγεθος, που υπήρξε… 


Την ίδια περίοδο, στα μέσα της δεκαετίας 70, εκτός της Cantu, άλλη μια παραδοσιακή ομάδα του Ιταλικού μπάσκετ (με ένα Κύπελλο Πρωταθλητριών μέχρι τότε, το 1966), θα έκανε την επανεμφάνιση της, η Olimpia, παίρνοντας σταδιακά τα πρωτεία και μαζί τα «αστέρια» των αντιπάλων της, τον Dino Meneghin, λίγα χρόνια μετά από τη Varese και το Nembo Kid του Ιταλικού μπάσκετ, Antonello Riva, αρκετά αργότερα, από την Cantu! 

Τα καλύτερα της χρόνια, όπως θα δούμε στη συνέχεια, θα ήταν τα 80ς, τότε που θα γινόταν συνώνυμο των επιτυχιών και η καλύτερη ομάδα της δεκαετίας, με τον αναμορφωτή της, Dan Peterson, να φτιάχνει ένα ονειρικό σύνολο… 

Ωστόσο, πριν φτάσει στην κορυφή ξανά και γίνει γνωστή σε εμάς ως Simac και Tracer, είχε για ένα διάστημα χορηγό την Cinzano… 

Έχοντας μόλις προσθέσει στη συλλογή της το Κύπελλο Κυπελλούχων το 1976, θα προσπαθούσε για το repeat την επόμενη περίοδο. 

Αντίπαλος της στα ημιτελικά, θα ήταν μια γνωστή της, η Cantu, η οποία με την εντός έδρας νίκη με 101 - 78, υπερκαλύπτοντας το – 3 του Μιλάνου, θα πανηγύριζε την πρόκριση για τον τελικό της σεζόν 1976 – 77, όπου κατέκτησε ένα ακόμη Κύπελλο Κυπελλούχων, απέναντι στη Radnicki. 

Όπως παρατηρείτε, σε πολλές περιπτώσεις εκείνα τα χρόνια, τα Ευρωπαϊκά Κύπελλα, αποτελούσαν σε μεγάλο βαθμό Ιταλική υπόθεση και δη Λομβαρδική… 


Και για να επανέλθουμε στη Varese, πριν το «άστρο» της σβήσει ολότελα, είχε μια τελευταία αναλαμπή! Τη σεζόν 1979 – 80, ως Emerson, συμμετείχε μετά από πολλά χρόνια στο Κύπελλο Κυπελλούχων, με στόχο την κατάκτηση του. 

Και μαντέψτε… Για να τα καταφέρει θα έπρεπε να νικήσει μία από τις μεγάλες αντιπάλους της, εντός και εκτός συνόρων, την Cantu! 

Σε ένα συγκλονιστικό τελικό με τον Bob Morse να είναι ακόμα ο ηγέτης της, η Varese θα επικρατήσει με 90 – 88 και θα κατακτήσει, αυτό που έμελλε να είναι το τελευταίο Ευρωπαϊκό της τρόπαιο. 


Αυτό ήταν το «τέλος εποχής» για τη μεγάλη ομάδα των 70ς, που, εκτός των άλλων, έχασε το «τοτέμ» της, τον Dino Meneghin, ο οποίος το καλοκαίρι του 1980, μετακόμισε στο Μιλάνο, όπου μαζί με τους Peterson, D’Antoni και McAdoo, θα δημιουργούσε μια νέα αυτοκρατορία! 

Η σκυτάλη, πλέον, θα παραδιδόταν από το Varese μερικά χιλιόμετρα νοτιότερα… 


Επιστροφή, όμως, στις Ιταλικές μάχες… Την περίοδο 1980 – 81, η Varese μόνο με το Morse στις τάξεις της από την παλιά φρουρά, λάμβανε μέρος στο Κύπελλο Κυπελλούχων ως κάτοχος του τροπαίου. 


Η πορεία της προς το back2back, ανακόπηκε αυτή τη φορά από την Cantu, που με δύο νίκες στους ημιτελικούς (94 – 84 εκτός έδρας και 78 – 65 εντός έδρας), πήρε εκδίκηση για την περσινή της ήττα στον τελικό και απέδειξε ποιος ήταν πλέον το αφεντικό… 

Πέρασε μία σεζόν, χωρίς μονομαχία από τη Λομβαρδία στα Ευρωπαϊκά Κύπελλα. Ωστόσο, η αναμονή άξιζε, καθώς η μοίρα θα έφερνε αντιμέτωπες σε ένα επικό τελικό, για το Κύπελλο Πρωταθλητριών του 1983, στην Grenoble, δύο ομάδες από αυτά τα μέρη, την Cantu και την Olimpia! 

Σε μια μάχη «χαρακωμάτων», με τους αντιπάλους, να δίνουν έμφαση στην άμυνα, ο αγώνας θυμίζει στους νεότερους, κάτι αντίστοιχο με το χαμένο τελικό της Barcelona από τον Παναθηναϊκό στο Παρίσι. 

Η Cantu με πρωταγωνιστές τους Marzorati, Brewer, Bryant και Riva είχε τα ηνία του αγώνα, καθόλη τη διάρκεια του με διαφορές που έφθασαν μέχρι και το +11 στο 2ο ημίχρονο. 

Στα 45” πριν τη λήξη, το σκορ ήταν 69 – 62 και όλα έδειχναν ότι η … σεμνή τελετή θα λάμβανε τέλος! Ωστόσο, η Olimpia (Billy τότε) δεν είχε πει την τελευταία της λέξη και χάρις σε ένα τρομερό, για εκείνη την εποχή, come back, εκμεταλλευόμενη και τα λάθη της αντιπάλου της, μείωσε στον πόντο, έχοντας και την τελευταία επίθεση. 


Θα χρειαζόταν ο «από μηχανής Θεός» Bryant για την Cantu, ως άλλος Vrankovic, με μια καθόλα νόμιμη τάπα, σε αυτή την περίπτωση, επί του Vittorio Gallinari (πατέρα του Danilo), για να χαρίσει τον τίτλο στην ομάδα του με δραματικό τρόπο… 

Η Cantu επικράτησε με 69 – 68 και μετά τη Varese, θα γινόταν η δεύτερη Ιταλική ομάδα, που θα έκανε repeat στο Κύπελλο Πρωταθλητριών (καλά μαντέψατε, η τρίτη θα ήταν η Olimpia λίγα χρόνια μετά)! 

Μετά από διάλειμμα ενός έτους, το πεπρωμένο που «έδενε» τις τρεις ομάδες μεταξύ τους, θα εμφανιζόταν και πάλι. Αυτή τη φορά, θα ήταν ένας τελικός για το Κύπελλο Korac της σεζόν 1984 - 85, ανάμεσα στη νέα δύναμη Olimpia Milano και την παρηκμασμένη Varese, που εκτός των άλλων ερχόταν αντιμέτωπη με το ίδιο της το παρελθόν, τον Dino Meneghin… 

Μια Varese, η οποία για να φθάσει στον τελικό, απέκλεισε στον ημιτελικό τον Άρη, στην πρώτη απόπειρα της ομάδας από τη Θεσσαλονίκη, να μπει με αξιώσεις στα Ευρωπαϊκά σαλόνια… 


Σε αυτή την περίπτωση, όμως, ο αγώνας θα εξελισσόταν σε παράσταση για ένα ρόλο, καθώς η Simac (πλέον), πιο ποιοτική και με περισσότερες λύσεις από την αντίπαλο της, θα κέρδιζε με 91 – 78, κατακτώντας ένα ακόμη τρόπαιο. 

Αυτή ήταν η αφετηρία για την ομάδα από το Μιλάνο, να καθίσει με τη σειρά της στο θρόνο του Ιταλικού και Ευρωπαϊκού μπάσκετ (με τις κατακτήσεις του Κυπέλλου Πρωταθλητριών το 1987 και 1988), συνεχίζοντας την παράδοση των αιωνίων αντιπάλων της, Varese και Cantu. 


Έχοντας και ο ίδιος σαφή εικόνα για τη δυναμικότητα της, λόγω των αγώνων της με τον Άρη (ο αποκλεισμός στο Κύπελλο Korac το 1986, ενώ είχε κερδίσει με 31 πόντους στο Αλεξάνδρειο αποτελεί από τα πρώτα και μεγαλύτερα what if του Ιωαννίδη), τολμώ να πω ότι η Tracer, με το mastermind Dan Peterson στον πάγκο της και με την περίφημη ζώνη του Aquila (αετός), 1 – 3 – 1, ήταν από τα πιο επιδραστικά σύνολα του Ευρωπαϊκού μπάσκετ. 

Και φυσικά η τετράδα D’Antoni, Premier, Meneghin και ο μεγάλος Bob McAdoo αποτέλεσε, μαζί με τον Antonello Riva, που μετακόμισε το 1988 από την Cantu, μια από τις πιο ολοκληρωμένες και πρωτοπόρες ομάδες, που έχω δει… 


Αν νομίζετε, ότι αυτό ήταν το finale του αφιερώματος, θα σας διαψεύσω, καθώς στα τέλη της δεκαετίας 80 και μέσα δεκαετίας 90, οι μοίρες των τριών αντιπάλων, από τη Βόρεια Ιταλία, θα ενώνονταν ξανά στις Ευρωπαϊκές διοργανώσεις! 

Τη σεζόν 1988 – 89, η Cantu θα αντιμετώπιζε την Olimpia, σε ένα ακόμη «εμφύλιο ημιτελικό» για το Κύπελλο Korac, αυτή τη φορά. 

Η νίκη της με 95 – 81 εντός έδρας αποδείχθηκε αρκετή, για να της δώσει το εισιτήριο της πρόκρισης για τον τελικό (ηττήθηκε με 65 – 70 στο Forum), όπου όμως υποκλίθηκε στην ανωτερότητα της μεγάλης Partizan. 

Οι δύο ομάδες, θα έρχονταν ξανά αντιμέτωπες, σε ημιτελικούς του Κυπέλλου Korac τη σεζόν 1992 – 93, τότε που το Ελληνικό μπάσκετ, είχε ήδη ξεκινήσει τα πρώτα του βήματα για την κορυφή! 

Ο Πανιώνιος των Jankovic, PJ Brown και Φάνη Χριστοδούλου, έπεσε μαχόμενος στα προημιτελικά, από τη μετέπειτα κυπελλούχο Philips Milano, των Sasa Djordjevic, Antonello Riva και Antonio Davis (μόλις είχε μετακομίσει από τον Παναθηναϊκό). 

Στον ημιτελικό, με τον ίδιο αντίπαλο, από το προ τετραετίας τους συναπάντημα, η κατάληξη θα ήταν διαφορετική. 


Η ισχνή νίκη της Cantu με 74 – 72, δε θα αρκούσε για να προκριθεί. Η Philips, πολύ ανώτερη στη ρεβάνς, κέρδισε με 85 – 72, για να αντιμετωπίσει στον τελικό, μια άλλη ιταλική ομάδα, τη Roma, επί της οποίας επικράτησε και κατέκτησε τον, μέχρι σήμερα, τελευταίο της Ευρωπαϊκό τίτλο! 

Η τελευταία αναμέτρηση, μεταξύ δύο εκ των τριών μεγαλύτερων ομάδων της Λομβαρδίας, θα γινόταν λίγα χρόνια μετά, για τα προημιτελικά του Κυπέλλου Korac της σεζόν 1995 – 96, χωρίς ωστόσο να θυμίζει τίποτα από το παρελθόν. 

Η Olimpia, είχε πλέον μετονομαστεί σε Stefanel, καθώς ο γνωστός οίκος μόδας είχε εξαγοράσει την ομάδα, μεταφέροντας και τους παίκτες από το Trieste (Fucka, Bodiroga κτλ.), ενώ η Varese με χορηγό την Cagiva, ήταν πλέον φανερό ότι δεν αποτελούσε πια δύναμη στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ. 

Η μόνη σύνδεση με τη σπουδαία ομάδα των 70ς, ήταν η παρουσία του Andrea Meneghin, ενός ταλαντούχου swingman – scorer στο ρόστερ της και γιος του Dino… 


Η Stefanel απέκλεισε σχετικά εύκολα τη μεγάλη της αντίπαλο, για να φθάσει μέχρι τον τελικό, όπου θα έπεφτε θύμα μιας άλλης ανερχόμενης δύναμης, της Efes Pilsen, η οποία πανηγύρισε τον πρώτο Ευρωπαϊκό τίτλο Τουρκικής ομάδας. 

Παρά το γεγονός, ότι το Ιταλικό μπάσκετ, με νέες πρωταγωνίστριες πια, παρέμενε στον αφρό, τα πρώτα δείγματα παρακμής έκαναν τα σημάδια τους. 

Η Olimpia ήταν υπολογίσιμη δύναμη για μερικά χρόνια ακόμη, μετέχοντας σε ένα τελικό Κυπελλούχων τη σεζόν 1997 – 98, έχοντας αποκλείσει στα ημιτελικά τον Παναθηναϊκό, αλλά χάνοντας στον τελικό από τη … Zalgiris! 

Ωστόσο, τίποτα δε θα ήταν όπως παλιά, ειδικά για τις Cantu και Varese, οι οποίες χωρίς ένα «ποδοσφαιρικό brand name», ούτε κάποιο χρηματοδότη, που θα μπορούσε να ακολουθήσει τα νέα οικονομικά μεγέθη στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ, θα έμπαιναν σε περίοδο μακράς κρίσης. 

Χωρίς την αίγλη του παρελθόντος, δε θα ζούσαν ξανά αυτά τα χρυσά χρόνια και με εξαίρεση κάποιες σεζόν – πυροτεχνήματα, έμειναν στην αφάνεια. 

Πλέον, οι νέες δυνάμεις στην Ιταλία για τα 90ς, εκτός της Olimpia, θα ήταν οι Scavolini Pesaro, Benetton Treviso, Buckler (Virtus) και Teamsystem (Fortitudo) Bologna, όλες τους ομάδες με πλούσιους χορηγούς. 

Όμως, από τα μέσα της επόμενης δεκαετίας, η κατάσταση επιδεινώθηκε περαιτέρω... Η Virtus αντιμετώπισε σοβαρά οικονομικά προβλήματα και τα προηγούμενα χρόνια έφθασε μέχρι την Ιταλική Α2. 

Η Benetton Treviso σταδιακά «σβήστηκε» από τον Ευρωπαϊκό χάρτη, ενώ ακόμα και η νέα δύναμη της εποχής, η Montepaschi Siena, η οποία κράτησε για μερικά χρόνια ψηλά τη σημαία του Ιταλικού μπάσκετ, θα υποβιβαζόταν στα τοπικά πρωταθλήματα από την κακοδιαχείριση του Minucci. Αυτή ήταν η κορυφή του παγόβουνου! 

Πλέον, τα τελευταία χρόνια, η Olimpia έχει μπει στην εποχή Armani, ο οποίος αγόρασε την ομάδα το 2007, σώζοντας την ουσιαστικά από δύσκολες καταστάσεις. 

Όμως, παρά το υψηλό budget της, η ομάδα έχει μείνει μακριά από Ευρωπαϊκές επιτυχίες (έφθασε μια ανάσα από το final 4 στην έδρα της, το 2014) και ο νέος της Μεσσίας ακούει στο όνομα Messina… 

Από τις υπόλοιπες ομάδες του Ιταλικού Βορρά, η μόνη που φαίνεται να έχει δυναμική, είναι η Virtus Bologna, που συμμετέχει στο Eurocup φέτος και έχει μεγάλες πιθανότητες να λάβει μέρος στην Euroleague του χρόνου. 

Οι δύο μεγάλες αντίπαλοι της Milano, οι Cantu και Varese έχουν εισέλθει σε μια περίοδο της ιστορίας τους, όπου αποτελούν μεσαίες ομάδες της Lega Basket με κάποιες εκλάμψεις. 

Το θετικό, με εξαίρεση την εποχή Gerasimenko στην Cantu, είναι ότι έχουν μείνει μακριά από οικονομικά προβλήματα και ψάχνουν ξανά, μια χρυσή γενιά, για να έχουν ίσως μια ευκαιρία να «λάμψουν» ξανά στα Ευρωπαϊκά σαλόνια! 


Αλλά, ακόμη και αν δεν τα καταφέρουν, είναι βέβαιο ότι έχουν γράψει τις δικές τους σελίδες στο βιβλίο του μπάσκετ, αποτελώντας μεγάλο κομμάτι της ιστορίας. 

Και αυτό, που πρέπει να έχουν ως φιλοσοφία, οι ομάδες, οι οποίες κουβαλάνε στις πλάτες τους ένα τέτοιο βάρος από το ένδοξο παρελθόν τους, προκειμένου να προχωρήσουν και να συνεχίσουν στο «δρόμο των επιτυχιών», είναι η ρήση του Martin Luther King: 

“We are not makers of history. We are made by history”. 


Αυτό είναι σίγουρα κάτι που αντιπροσωπεύει και τις τρεις ομάδες της Λομβαρδίας και πρέπει να αποτελέσει την πυξίδα τους για το μέλλον…

Γιατί η ιστορία τους, έχει ήδη περάσει στην αιωνιότητα και δεν μπορούν να την ξαναγράψουν με τα ίδια γράμματα. Αυτό, όμως, που έχουν τη δυνατότητα να κάνουν, ως δημιουργήματα αυτής, είναι να φτιάξουν νέες συνθήκες για ενα καλύτερο παρόν, το οποίο θα αποτελέσει με τη σειρά του στο μέλλον, χρυσή ιστορία, πάνω στην οποία θα χτίσουν οι επόμενες γενιές!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου