Του Red label
Το 1987 η Ελλάδα τρέλανε σύμπασα την μπασκετική κοινότητα, πραγματοποιώντας το θαύμα να κατακτήσει το Ευρωπαϊκό τρόπαιο απέναντι στην παντοδύναμη ΕΣΣΔ με σκορ 103-101 στο κατάμεστο ΣΕΦ.
Έκτοτε επήλθε μια σχετική ανάπτυξη στο άθλημα, που είχε γενικευμένο χαρακτήρα, καθώς από τη μια, τα τότε μικρά παιδιά έψαχναν μπασκέτες για να μάθουν το άθλημα και να μοιάσουν στον Γκάλη, το Γιαννάκη, το Φάνη και τα άλλα παιδιά του έπους και από την άλλη υπήρχε στους επιχειρηματικούς παράγοντες της εποχής η θέληση για σχετικά μεγάλες επενδύσεις, καθώς διέγνωσαν το νέο πεδίο κερδοφορίας και δόξας που ανοίγονταν μπροστά τους.
Έτσι, ΕΟΚ και πολιτεία σε αγαστή συνεργασία γέμισαν με μπασκέτες όλη την Ελλάδα, νέα προγράμματα με βασικό άθλημα το μπάσκετ εφαρμόστηκαν στα σχολεία και τις σχολές και γενικότερα το άθλημα που την προηγούμενη δεκαετία ήταν ανερχόμενο στη χώρα, τη δεκαετία του 1990 ήταν κυρίαρχο και πρόσφερε μεγάλες συγκινήσεις στο φίλαθλο κοινό.
Στα χρόνια αυτά μπορούμε να παρατηρήσουμε ότι η ΕΟΚ σαν μέλος της FΙΒΑ Europe απέκτησε κάποια σχετική ισχύ, ενώ ταυτόχρονα οι Ελληνικές ομάδες έφταναν συχνά σε κατακτήσεις Ευρωπαϊκών Κυπέλλων ή Πρωταθλημάτων.
Το δε Ελληνικό Πρωτάθλημα εκείνα τα χρόνια ήταν κατά πολλούς το καλύτερο ή μέσα στα καλύτερα της Ευρώπης.
Τα παραπάνω πανθομολογούμενα γεγονότα σταμάτησαν να συμβαίνουν και περίπου εδώ και μια 15ετία παρατηρείται στασιμότητα και οπισθοδρόμηση στο πιο επιτυχημένο άθλημα της χώρας. Πολλά μπορεί να υποθέσει κανείς, αλλά δυστυχώς για την ΕΟΚ υπάρχουν πράξεις και δηλώσεις που επιβεβαιώνουν το βάρος των ευθυνών της και τα τελευταία γεγονότα από την πρόσληψη του κόουτς Ρικ Πιτίνο και έπειτα ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι στο Ελληνικό μπάσκετ.
Είναι αναγκαίο σε αυτό ακριβώς το σημείο να αναφέρουμε ότι η ΕΟΚ είναι ο θεσμικός φορέας που είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του αθλήματος, είναι δηλαδή, τύποις, ο θεματοφύλακας του αθλήματος, γι’ αυτό και ανάλογα την κατάσταση, όλα τα εύσημα αλλά και όλα τα πυρά συγκεντρώνονται σε αυτήν και την εκάστοτε διοίκηση της.
Η κατάσταση είναι σε όλους γνωστή και δεν έχει νόημα να επιμείνουμε καταγράφοντας για ακόμα μια φορά την έλλειψη υποδομών, τον οικονομικό μαρασμό των ερασιτεχνικών σωματείων και ενώσεων, την αργή ή καθόλου ή ακόμα και στρεβλή μπασκετική ανάπτυξη νέων παικτών.
Δε θα είμαστε άλλωστε οι μόνοι που θα τα έχουμε γράψει προκειμένου να κομίζουμε γλαύκας εις Αθήνας…..
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε τις τελευταίες ημέρες με αφορμή το θέμα Πιτίνο ανέδειξε για μια ακόμα φορά κάθε αδυναμία μιας διοίκησης που αρνείται να δει ότι τα λάθη της έχουν φτάσει την ΕΟΚ κ το ελληνικό μπάσκετ στο μη περαιτέρω.
Η συγκεκριμένη κατάσταση, όμως, δεν πρέπει να αποτελέσει προπέτασμα καπνού για να χάσουμε τον προσανατολισμό μας ως άλλη ΕΟΚ και να μη δούμε τα πραγματικά προβλήματα της ανάπτυξης του μπάσκετ στην Ελλάδα.
Το πιο πετυχημένο άθλημα της χώρας βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της Ιστορίας του. Ο σχολικός και πανεπιστημιακός αθλητισμός είναι αναγκαίο να ξαναβρούν τη θέση τους προκειμένου τα νέα παιδιά να γνωρίσουν το μπάσκετ στο «φυσικό» τους περιβάλλον, να παίξουν και να πληροφορηθούν ουσιαστικά για αυτό με την κατάλληλη εκπαιδευτική στήριξη.
Έπειτα θα ήταν τρομερή αναβάθμιση για τα κατά τόπους σωματεία και ενώσεις να συνδεθούν με προγράμματα των ΤΕΦΑΑ εξειδικευμένα σε όλους τους τομείς του μπάσκετ, για να πάρουν τα σωματεία τις απαραίτητες γνώσεις και πληροφορίες αλλά και οι φοιτητές που σπουδάζουν προπονητική να μπορούν άμεση πρακτική εφαρμογή των γνώσεων τους σε «πραγματικά εργαστήρια».
Επιπλέον τα σωματεία είναι ανάγκη να καλύπτουν τα οικονομικά τους και με συνδρομή από ΕΟΚ και πολιτεία προκειμένου οι αθλητές που παίζουν εκεί να έχουν σωστές υποδομές και να μαθαίνουν να λειτουργούν ακόμα και σε ερασιτεχνικό επίπεδο με σωστές βάσεις και να μπορούν να αποφασίσουν αν θέλουν να εξελίξουν το χόμπι τους σε επάγγελμα ή αν απλά θέλουν να έχουν μια επαφή με το άθλημα που τους σαγηνεύει.
Αναβάθμιση των υποδομών θα αποτελούσε ειδικά όταν πρόκειται για τμήματα νέων αθλητών και εισαγωγή τεχνογνωσίας με προπονητές από χώρες που έχουν μπασκετική-προπονητική παράδοση και δη σε θέματα υποδομών, όπως η Λιθουανία, η Σερβία και οι ΗΠΑ.
Στις μέρες μας σημαντικό ρόλο παίζουν και οι αθλητίατροι και αθλητικοί ψυχολόγοι οι οποίοι εντάσσονται στα τμήματα υποδομής σαν επιστημονικοί υποστηρικτές των αθλητών.
Το λεγόμενο «σκεπτόμενο» μπάσκετ δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί με την έλλειψη αθλητικότητας και καλού σουτ και ντρίπλας από τους αθλητές μας, γιατί έτσι είναι σα να θέλουμε από μόνοι μας να καθιερώσουμε τη μη παρακολούθηση των εξελίξεων στο άθλημα και να επενδύσουμε ιδεολογικά την οπισθοδρόμηση μας στο συγκεκριμένο θέμα.
Τα αποτελέσματα και η διαρκής πτώση του επιπέδου θα είναι πάντα εκεί για να μας δίνουν αρκούντως δυνατά ραπίσματα προκειμένου επιτέλους να διδαχθούμε και να αλλάξουμε.
Θα έπρεπε με πρωτοβουλία της ΕΟΚ να συμβαίνει το αντίθετο προκειμένου η σκέψη και το ταλέντο των παικτών να εφαρμοστούν σύμφωνα με τις εξελίξεις. Μόνο τότε η πρόοδος θα είναι σίγουρη.
Τέλος, είναι ανάγκη να αναφέρουμε ότι σε μια χώρα με γυναικείο πληθυσμό γύρω στο 51% πρέπει να υπάρξει ακόμα πιο εξειδικευμένη στήριξη στο γυναικείο μπάσκετ και όχι να συμβαίνει αυτό που γίνεται εδώ και χρόνια, δηλαδή να υπάρχει μια καλή ομάδα για κάποια χρόνια η οποία όταν σταματήσει να είναι εύρωστη οικονομικά, να δύει ως διάττοντας αστέρας.
Πολλές φορές από τα χείλη των παραγόντων της ΕΟΚ έχουν βγει πύρινοι λόγοι ενάντια στην εμπορευματοποίηση του αθλητισμού και τους μάνατζερ. Μάλιστα, πολλές φορές φραστικά είναι τόσο σωστή και επίκαιρη η φρασεολογία τους που θαρρείς ότι έχουν δίκιο.
Η πράξη τους όμως εδώ και πάρα πολλά χρόνια δείχνει ότι η έλλειψη υποδομών ωθεί τους αθλητές στην ανταποδοτικότητα και τους μάνατζερ πολλές φορές και από πολύ νεαρή ηλικία. Ωθεί γενικότερα τους αθλητές σε σκέψεις που είναι έξω από τα βασικά του μπάσκετ.
Όταν τα παραπάνω συμβαίνουν στο επίπεδο του ερασιτεχνικού αθλητισμού δε θα μπορούσε τα πράγματα για τους επαγγελματίες αθλητές και προπονητές να είναι καλύτερα, καθώς η ΕΟΚ συχνά πυκνά φροντίζει να κάνει επίδειξη δύναμης απέναντι σε όποιον θεωρεί ότι την εμποδίζει.
Η ίδια ΕΟΚ που καταγγέλλει «τα συμφέροντα», είναι η ίδια που διώκει απηνώς και με κάθε σκαιό τρόπο εδώ και πολλά χρόνια τον μύθο του Ελληνικού μπάσκετ Παναγιώτη Γιαννάκη.
Είναι η ίδια ΕΟΚ που λειτουργεί σα να είναι ενταγμένη σε έναν πολύ καλά στημένο επικοινωνιακό μηχανισμό που ευνοεί μια ομάδα σε βάρος όλων των άλλων ομάδων, δηλαδή, τελικά σε βάρος του ίδιου του αθλήματος.
Σκοπίμως αφήσαμε για τελευταίο το θέμα Πιτίνο, καθώς είναι όντως τελευταίας προτεραιότητας σε σχέση με τα προαναφερθέντα. Είναι όμως ενδεικτικός ο τρόπος που χειρίστηκε η ΕΟΚ το θέμα, καθώς αποδεδειγμένα εδώ και χρόνια έχει πάψει να ασχολείται με την ουσία του μπάσκετ και κοιτάζει πως θα είναι χρήσιμη και συνδεδεμένη αποκλειστικά με μια ομάδα.
Ίσως οι παράγοντές της να νομίζουν ότι είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν θεσμικά. Στο περιβόητο λοιπόν «Θέμα Πιτίνο», η άποψη του γράφοντος είναι, ότι αν δεν υπήρχαν οι ταπεινωτικοί χειρισμοί απέναντι στον Παναγιώτη Γιαννάκη το 2008, μετά την πρόσληψη του από τον Ολυμπιακό, δε θα υπήρχε κανένα απολύτως πρόβλημα σήμερα με την πρόσληψη του Πιτίνο από τον αιώνιο αντίπαλο.
Μπορώ μάλιστα ευθαρσώς να δηλώσω ότι ο Πιτίνο μπορεί να χειριστεί άψογα όλους τους παίχτες και να δέσει σωστά τους «ελληνοτραφείς» με τους «αμερικανοτραφείς» και να βγάλει ένα καλό αποτέλεσμα.
Δεν μπορεί να υπάρχουν, όμως, δυο μέτρα και δυο σταθμά και να διαφέρει ο χειρισμός της ΕΟΚ, ανάλογα με το σε ποια ομάδα, ανήκει ο ομοσπονδιακός προπονητής.
Εξάλλου κάθε δικαίωμα έχει ο ΠΑΟ να έχει προπονητή όποιον θέλει. Όμως και ο Πιτίνο έπρεπε να είναι ξεκάθαρος και απέναντι στους παίχτες του Ολυμπιακού στη συνάντησή τους και να τους εξηγήσει ότι αν τον θελήσει ο ΠΑΟ δε μπορεί να αρνηθεί.
Πλέον είναι εμφανές ότι μετά τις εξελίξεις με την επιστολή που δημοσιεύτηκε από την ΕΟΚ, χωρίς τη θέληση των παιχτών, προσβάλλοντας τους, όπως συνηθίζει όταν διαφωνεί μαζί τους, ότι είναι πολύ δύσκολο να κολλήσει το ραγισμένο γυαλί και να παίξουν στην Εθνική.
Σε κάθε περίπτωση η ΕΟΚ δεν έχει καμιά δικαιολογία και καμιά δουλειά να παίρνει θέση στις κόντρες των επιχειρηματιών και στις κόντρες των ομάδων.
Προπονητής στην Εθνική Ομάδα πρέπει να είναι εκείνος που θεωρείται κατάλληλος την κάθε εποχή ανεξαρτήτως του συλλόγου που προπονεί. Αλλιώς θα πρέπει να θεσπιστεί ασυμβίβαστο για τον ομοσπονδιακό προπονητή προκειμένου να μην μπορεί να είναι σε πάγκο καμίας ομάδας στην Ελλάδα.
Όλα τα υπόλοιπα προκύπτουν από τερτίπια και χειρισμούς που μόνο η ΕΟΚ έχει την ειδικότητα να κάνει. Προσωπικά, με «πονάει» το γεγονός ότι η ΕΟΚ από ομοσπονδία των επιτυχιών και της ανάπτυξης του μπάσκετ έχει εξελιχθεί με την πάροδο των ετών σε ένα άψυχο όργανο που φροντίζει να διατηρεί στις θέσεις τους ορισμένους παράγοντες οι οποίοι ανεξαρτήτως ηλικίας δείχνουν να έχουν ξεμείνει από καλές ιδέες για την πρόοδο του αθλήματος, αλλά ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη που του αναλογεί.
Τέλος, είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι διοικούντες που έχουν φέρει σε αυτό το μαύρο χάλι το Ελληνικό μπάσκετ, ότι εμείς οι απλοί οπαδοί τόσο της ομάδας μας όσο και της Επίσημης Αγαπημένης θα παίρνουμε θέση στην κερκίδα για να χειροκροτήσουμε τους παίκτες της Ελλάδας όποιοι και αν είναι από όποιο Σύλλογο και αν προέρχονται, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει ότι δίνουμε συγχωροχάρτι στην ΕΟΚ και σε κάθε παράγοντα που πράττει όπως περιγράψαμε πιο πάνω.
Το Ελληνικό μπάσκετ έχει όλες τις προϋποθέσεις από άποψη ταλέντου των Ελλήνων παικτών, καθώς και από άποψη εξέλιξης της επιστήμης που σχετίζεται με το άθλημα, να βαδίσει και πάλι σε δρόμους δοξασμένους και να γίνει και πάλι τραγούδι στα χείλη μας, αρκεί να βρεθεί μια καλή ομάδα ανθρώπων που θα ανοίξει αυτό το δρόμο.
Έχουμε τη χαρά και την τιμή να φιλοξενούμε το Red Label, με ένα κείμενο "καθαρού λόγου", το οποίο με ψυχραιμία περιγράφει το θεσμικό ρόλο της ΕΟΚ, όπως θα έπρεπε να είναι και παράλληλα, βάζει στο μικροσκόπιο όλες τις τελευταίες εξελίξεις με την Εθνική ομάδα. Ας τον απολαύσουμε!
Το 1987 η Ελλάδα τρέλανε σύμπασα την μπασκετική κοινότητα, πραγματοποιώντας το θαύμα να κατακτήσει το Ευρωπαϊκό τρόπαιο απέναντι στην παντοδύναμη ΕΣΣΔ με σκορ 103-101 στο κατάμεστο ΣΕΦ.
Έτσι, ΕΟΚ και πολιτεία σε αγαστή συνεργασία γέμισαν με μπασκέτες όλη την Ελλάδα, νέα προγράμματα με βασικό άθλημα το μπάσκετ εφαρμόστηκαν στα σχολεία και τις σχολές και γενικότερα το άθλημα που την προηγούμενη δεκαετία ήταν ανερχόμενο στη χώρα, τη δεκαετία του 1990 ήταν κυρίαρχο και πρόσφερε μεγάλες συγκινήσεις στο φίλαθλο κοινό.
Το δε Ελληνικό Πρωτάθλημα εκείνα τα χρόνια ήταν κατά πολλούς το καλύτερο ή μέσα στα καλύτερα της Ευρώπης.
Τα παραπάνω πανθομολογούμενα γεγονότα σταμάτησαν να συμβαίνουν και περίπου εδώ και μια 15ετία παρατηρείται στασιμότητα και οπισθοδρόμηση στο πιο επιτυχημένο άθλημα της χώρας. Πολλά μπορεί να υποθέσει κανείς, αλλά δυστυχώς για την ΕΟΚ υπάρχουν πράξεις και δηλώσεις που επιβεβαιώνουν το βάρος των ευθυνών της και τα τελευταία γεγονότα από την πρόσληψη του κόουτς Ρικ Πιτίνο και έπειτα ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι στο Ελληνικό μπάσκετ.
Είναι αναγκαίο σε αυτό ακριβώς το σημείο να αναφέρουμε ότι η ΕΟΚ είναι ο θεσμικός φορέας που είναι υπεύθυνος για την ανάπτυξη του αθλήματος, είναι δηλαδή, τύποις, ο θεματοφύλακας του αθλήματος, γι’ αυτό και ανάλογα την κατάσταση, όλα τα εύσημα αλλά και όλα τα πυρά συγκεντρώνονται σε αυτήν και την εκάστοτε διοίκηση της.
Το κεντρικό πρόβλημα, κατά τη γνώμη μου, είναι ότι η ΕΟΚ έχει αποπροσανατολιστεί από τα βασικά της καθήκοντα που έχουν να κάνουν με την ανάπτυξη του αθλήματος.
Η κατάσταση είναι σε όλους γνωστή και δεν έχει νόημα να επιμείνουμε καταγράφοντας για ακόμα μια φορά την έλλειψη υποδομών, τον οικονομικό μαρασμό των ερασιτεχνικών σωματείων και ενώσεων, την αργή ή καθόλου ή ακόμα και στρεβλή μπασκετική ανάπτυξη νέων παικτών.
Η αντιπαράθεση που ξέσπασε τις τελευταίες ημέρες με αφορμή το θέμα Πιτίνο ανέδειξε για μια ακόμα φορά κάθε αδυναμία μιας διοίκησης που αρνείται να δει ότι τα λάθη της έχουν φτάσει την ΕΟΚ κ το ελληνικό μπάσκετ στο μη περαιτέρω.
Η συγκεκριμένη κατάσταση, όμως, δεν πρέπει να αποτελέσει προπέτασμα καπνού για να χάσουμε τον προσανατολισμό μας ως άλλη ΕΟΚ και να μη δούμε τα πραγματικά προβλήματα της ανάπτυξης του μπάσκετ στην Ελλάδα.
Το πιο πετυχημένο άθλημα της χώρας βρίσκεται σε μια κρίσιμη καμπή της Ιστορίας του. Ο σχολικός και πανεπιστημιακός αθλητισμός είναι αναγκαίο να ξαναβρούν τη θέση τους προκειμένου τα νέα παιδιά να γνωρίσουν το μπάσκετ στο «φυσικό» τους περιβάλλον, να παίξουν και να πληροφορηθούν ουσιαστικά για αυτό με την κατάλληλη εκπαιδευτική στήριξη.
Έπειτα θα ήταν τρομερή αναβάθμιση για τα κατά τόπους σωματεία και ενώσεις να συνδεθούν με προγράμματα των ΤΕΦΑΑ εξειδικευμένα σε όλους τους τομείς του μπάσκετ, για να πάρουν τα σωματεία τις απαραίτητες γνώσεις και πληροφορίες αλλά και οι φοιτητές που σπουδάζουν προπονητική να μπορούν άμεση πρακτική εφαρμογή των γνώσεων τους σε «πραγματικά εργαστήρια».
Επιπλέον τα σωματεία είναι ανάγκη να καλύπτουν τα οικονομικά τους και με συνδρομή από ΕΟΚ και πολιτεία προκειμένου οι αθλητές που παίζουν εκεί να έχουν σωστές υποδομές και να μαθαίνουν να λειτουργούν ακόμα και σε ερασιτεχνικό επίπεδο με σωστές βάσεις και να μπορούν να αποφασίσουν αν θέλουν να εξελίξουν το χόμπι τους σε επάγγελμα ή αν απλά θέλουν να έχουν μια επαφή με το άθλημα που τους σαγηνεύει.
Αναβάθμιση των υποδομών θα αποτελούσε ειδικά όταν πρόκειται για τμήματα νέων αθλητών και εισαγωγή τεχνογνωσίας με προπονητές από χώρες που έχουν μπασκετική-προπονητική παράδοση και δη σε θέματα υποδομών, όπως η Λιθουανία, η Σερβία και οι ΗΠΑ.
Στις μέρες μας σημαντικό ρόλο παίζουν και οι αθλητίατροι και αθλητικοί ψυχολόγοι οι οποίοι εντάσσονται στα τμήματα υποδομής σαν επιστημονικοί υποστηρικτές των αθλητών.
Το λεγόμενο «σκεπτόμενο» μπάσκετ δεν είναι δυνατόν να ταυτιστεί με την έλλειψη αθλητικότητας και καλού σουτ και ντρίπλας από τους αθλητές μας, γιατί έτσι είναι σα να θέλουμε από μόνοι μας να καθιερώσουμε τη μη παρακολούθηση των εξελίξεων στο άθλημα και να επενδύσουμε ιδεολογικά την οπισθοδρόμηση μας στο συγκεκριμένο θέμα.
Θα έπρεπε με πρωτοβουλία της ΕΟΚ να συμβαίνει το αντίθετο προκειμένου η σκέψη και το ταλέντο των παικτών να εφαρμοστούν σύμφωνα με τις εξελίξεις. Μόνο τότε η πρόοδος θα είναι σίγουρη.
Τέλος, είναι ανάγκη να αναφέρουμε ότι σε μια χώρα με γυναικείο πληθυσμό γύρω στο 51% πρέπει να υπάρξει ακόμα πιο εξειδικευμένη στήριξη στο γυναικείο μπάσκετ και όχι να συμβαίνει αυτό που γίνεται εδώ και χρόνια, δηλαδή να υπάρχει μια καλή ομάδα για κάποια χρόνια η οποία όταν σταματήσει να είναι εύρωστη οικονομικά, να δύει ως διάττοντας αστέρας.
Πολλές φορές από τα χείλη των παραγόντων της ΕΟΚ έχουν βγει πύρινοι λόγοι ενάντια στην εμπορευματοποίηση του αθλητισμού και τους μάνατζερ. Μάλιστα, πολλές φορές φραστικά είναι τόσο σωστή και επίκαιρη η φρασεολογία τους που θαρρείς ότι έχουν δίκιο.
Η πράξη τους όμως εδώ και πάρα πολλά χρόνια δείχνει ότι η έλλειψη υποδομών ωθεί τους αθλητές στην ανταποδοτικότητα και τους μάνατζερ πολλές φορές και από πολύ νεαρή ηλικία. Ωθεί γενικότερα τους αθλητές σε σκέψεις που είναι έξω από τα βασικά του μπάσκετ.
Όταν τα παραπάνω συμβαίνουν στο επίπεδο του ερασιτεχνικού αθλητισμού δε θα μπορούσε τα πράγματα για τους επαγγελματίες αθλητές και προπονητές να είναι καλύτερα, καθώς η ΕΟΚ συχνά πυκνά φροντίζει να κάνει επίδειξη δύναμης απέναντι σε όποιον θεωρεί ότι την εμποδίζει.
Η ίδια ΕΟΚ που καταγγέλλει «τα συμφέροντα», είναι η ίδια που διώκει απηνώς και με κάθε σκαιό τρόπο εδώ και πολλά χρόνια τον μύθο του Ελληνικού μπάσκετ Παναγιώτη Γιαννάκη.
Είναι μάλιστα η ίδια ΕΟΚ που κάποτε είχε δηλώσει ότι σχεδόν δε χρειάζεται προπονητή η Εθνική Ομάδα, αφού έχει παίχτες και είναι η ίδια ΕΟΚ που χειρίστηκε με το χειρότερο τρόπο τα θέματα με τον Γιάννη Αντετοκούνμπο.
Σκοπίμως αφήσαμε για τελευταίο το θέμα Πιτίνο, καθώς είναι όντως τελευταίας προτεραιότητας σε σχέση με τα προαναφερθέντα. Είναι όμως ενδεικτικός ο τρόπος που χειρίστηκε η ΕΟΚ το θέμα, καθώς αποδεδειγμένα εδώ και χρόνια έχει πάψει να ασχολείται με την ουσία του μπάσκετ και κοιτάζει πως θα είναι χρήσιμη και συνδεδεμένη αποκλειστικά με μια ομάδα.
Ίσως οι παράγοντές της να νομίζουν ότι είναι ο μόνος τρόπος για να επιβιώσουν θεσμικά. Στο περιβόητο λοιπόν «Θέμα Πιτίνο», η άποψη του γράφοντος είναι, ότι αν δεν υπήρχαν οι ταπεινωτικοί χειρισμοί απέναντι στον Παναγιώτη Γιαννάκη το 2008, μετά την πρόσληψη του από τον Ολυμπιακό, δε θα υπήρχε κανένα απολύτως πρόβλημα σήμερα με την πρόσληψη του Πιτίνο από τον αιώνιο αντίπαλο.
Μπορώ μάλιστα ευθαρσώς να δηλώσω ότι ο Πιτίνο μπορεί να χειριστεί άψογα όλους τους παίχτες και να δέσει σωστά τους «ελληνοτραφείς» με τους «αμερικανοτραφείς» και να βγάλει ένα καλό αποτέλεσμα.
Δεν μπορεί να υπάρχουν, όμως, δυο μέτρα και δυο σταθμά και να διαφέρει ο χειρισμός της ΕΟΚ, ανάλογα με το σε ποια ομάδα, ανήκει ο ομοσπονδιακός προπονητής.
Εξάλλου κάθε δικαίωμα έχει ο ΠΑΟ να έχει προπονητή όποιον θέλει. Όμως και ο Πιτίνο έπρεπε να είναι ξεκάθαρος και απέναντι στους παίχτες του Ολυμπιακού στη συνάντησή τους και να τους εξηγήσει ότι αν τον θελήσει ο ΠΑΟ δε μπορεί να αρνηθεί.
Πλέον είναι εμφανές ότι μετά τις εξελίξεις με την επιστολή που δημοσιεύτηκε από την ΕΟΚ, χωρίς τη θέληση των παιχτών, προσβάλλοντας τους, όπως συνηθίζει όταν διαφωνεί μαζί τους, ότι είναι πολύ δύσκολο να κολλήσει το ραγισμένο γυαλί και να παίξουν στην Εθνική.
Σε κάθε περίπτωση η ΕΟΚ δεν έχει καμιά δικαιολογία και καμιά δουλειά να παίρνει θέση στις κόντρες των επιχειρηματιών και στις κόντρες των ομάδων.
Προπονητής στην Εθνική Ομάδα πρέπει να είναι εκείνος που θεωρείται κατάλληλος την κάθε εποχή ανεξαρτήτως του συλλόγου που προπονεί. Αλλιώς θα πρέπει να θεσπιστεί ασυμβίβαστο για τον ομοσπονδιακό προπονητή προκειμένου να μην μπορεί να είναι σε πάγκο καμίας ομάδας στην Ελλάδα.
Όλα τα υπόλοιπα προκύπτουν από τερτίπια και χειρισμούς που μόνο η ΕΟΚ έχει την ειδικότητα να κάνει. Προσωπικά, με «πονάει» το γεγονός ότι η ΕΟΚ από ομοσπονδία των επιτυχιών και της ανάπτυξης του μπάσκετ έχει εξελιχθεί με την πάροδο των ετών σε ένα άψυχο όργανο που φροντίζει να διατηρεί στις θέσεις τους ορισμένους παράγοντες οι οποίοι ανεξαρτήτως ηλικίας δείχνουν να έχουν ξεμείνει από καλές ιδέες για την πρόοδο του αθλήματος, αλλά ο καθένας αναλαμβάνει την ευθύνη που του αναλογεί.
Τέλος, είναι σημαντικό να γνωρίζουν οι διοικούντες που έχουν φέρει σε αυτό το μαύρο χάλι το Ελληνικό μπάσκετ, ότι εμείς οι απλοί οπαδοί τόσο της ομάδας μας όσο και της Επίσημης Αγαπημένης θα παίρνουμε θέση στην κερκίδα για να χειροκροτήσουμε τους παίκτες της Ελλάδας όποιοι και αν είναι από όποιο Σύλλογο και αν προέρχονται, αλλά αυτό σε καμιά περίπτωση δε σημαίνει ότι δίνουμε συγχωροχάρτι στην ΕΟΚ και σε κάθε παράγοντα που πράττει όπως περιγράψαμε πιο πάνω.
Το Ελληνικό μπάσκετ έχει όλες τις προϋποθέσεις από άποψη ταλέντου των Ελλήνων παικτών, καθώς και από άποψη εξέλιξης της επιστήμης που σχετίζεται με το άθλημα, να βαδίσει και πάλι σε δρόμους δοξασμένους και να γίνει και πάλι τραγούδι στα χείλη μας, αρκεί να βρεθεί μια καλή ομάδα ανθρώπων που θα ανοίξει αυτό το δρόμο.
RED LABEL
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου