Ένα θέμα το οποίο έχει απασχολήσει σε μεγάλο βαθμό τους φίλους του Ολυμπιακού κατά το παρελθόν, είναι αναμφίβολα ο βαθμός συνεισφοράς των ξένων παικτών της ομάδας στις επιτυχίες της στην Euroleague.
Είναι αλήθεια ότι ο περίφημος ελληνικός κορμός, ειδικά μετά τη μετακόμιση του Σπανούλη από τον αιώνιο αντίπαλο και τον επαναπατρισμό του Πρίντεζη από τη Μάλαγα, έχει θεωρηθεί η κινητήρια δύναμη της ομάδας, ωστόσο όλοι μας έχουμε συνδυάσει τη μεγάλη επιτυχία της Πόλης το 2012 και με την απόκτηση του διδύμου Λο – Ντόρσει, το οποίο εν πολλοίς άλλαξε το ρου της ιστορίας εκείνη την αγωνιστική περίοδο. Επίσης είναι κοινά αποδεκτό ότι οι επιλογές των εκάστοτε προπονητών του Ολυμπιακού σε undersized ψηλούς με έφεση στην άμυνα, γρήγορα πόδια και πλούσια αθλητικά προσόντα, δημιούργησε σχολή για αρκετά χρόνια στο Ευρωπαϊκό μπάσκετ. Άρα η κατάλληλη ισορροπία στο ρόστερ και η στελέχωση του με υλικα που αλληλοσυμπληρώνονται αποτελεί ένα πρώτο βήμα προς τη σωστή κατεύθυνση!
Ας δούμε, λοιπόν, αναλυτικά τις επιδόσεις των ξένων παικτών, μετά τη χρονιά – ορόσημο 2011 – 12, η οποία ουσιαστικά σηματοδότησε το νέο μοντέλο του Ολυμπιακού, με βασικά στοιχεία: α) το μειωμένο μπάτζετ σε σχέση με τις προηγούμενες σεζόν, β) τον πρωταγωνιστικό ρόλο του ελληνικού στοιχείου και γ) τις προσεκτικές και μελετημένες μεταγραφές ξένων παικτών – λαυράκια με χαμηλά συμβόλαια αντί «ηχηρών ονομάτων» με υψηλό κασέ. Απαραίτητη διευκρίνηση, για λόγους συγκρισιμότητας, ότι η αναγωγή γίνεται σε 6άδα ξένων, δηλαδή σε σεζόν που έχουν υπάρξει περισσότεροι, υπολογίζονται τα στατιστικά μόνο των παικτών που αντικατέστησαν άλλους ξένους, είτε εξαιτίας τραυματισμού είτε για αγωνιστικούς λόγους. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η περσινή σεζόν, όπου δεν προσμετρώνται τα στατιστικά του Μπόμπι Μπράουν, ο οποίος ήρθε σαν έξτρα λύση στην περιφέρεια, ενώ αντίθετα υπολογίζονται κανονικά αυτά του Γουίλτζερ, ο οποίος αποκτήθηκε ως αντί-Τιλί.
Η περίοδος 2011 – 12, όπως προαναφέρθηκε, χαρακτηρίστηκε από την αλλαγή ρότας της διοίκησης και υπό αυτό το πρίσμα η «πειραματική» 6άδα των Λούκας, Γκετσεβίτσιους, Κέσελι, Άντιτς, Χάουαρντ και Χάινς, λίγο πριν το Top16, αναμορφώθηκε με την έλευση των Λο και Ντόρσει αντί των Λούκας και Χάουαρντ. Μεγάλη ήταν η συμβολή των Χάινς και Ντόρσει στον τομέα της άμυνας, όπου οι δυο τους συνεισέφεραν το 54% επί των συνολικών μπλοκ, ενώ μαζί με τον Άντιτς μάζεψαν και το 37% των «σκουπιδιών» της ομάδας. Χαρακτηριστικό εκείνης τη χρονιά ήταν ότι η επιθετική λειτουργία πέρναγε από τα χέρια των Ελλήνων παικτών, οι οποίοι είχαν το 57% των συνολικών πόντων και το 66% των ασίστ.
Το επιτυχημένο μοντέλο δεν άλλαξε την επόμενη περίοδο, παρά την αποχώρηση του Ίβκοβιτς και την πρόσληψη – έκπληξη του ανερχόμενου Μπαρτζώκα. Ο κορμός των Ελλήνων εμπλουτίστηκε με τον έμπειρο Περπέρογλου, ενώ και οι 5 ξένοι (πλην Κέσελι) παρέμειναν, με τη μόνη ουσιαστική αλλαγή να αποτελεί η αντικατάσταση του Ντόρσει, λίγο μετά το ξεκίνημα της χρονιάς, από τον Πάουελ, καθώς και η απόκτηση του Σερμαντίνι στο Top16, για ενίσχυση της φροντ λάιν (όπως προείπαμε, ο Πέρκινς δε λογίζεται στην ανάλυση μας, δεδομένου ότι ήρθε ως αντικαταστάτης του τραυματισμένου Μάντζαρη και όχι κάποιου άλλου ξένου). Και αυτή την ονειρική σεζόν παρατηρούμε την τεράστια συμβολή των Χάινς και Άντιτς στον τομέα των ριμπάουντ (31%), όπως και στα κοψίματα, όπου οι δυο τους μαζί με το Σερμαντίνι είχαν το 63% επί του συνόλου. Πάντως και αυτή τη χρονιά, η μπαγκέτα παρέμεινε στα χέρια των Ελλήνων (60% συνεισφορά πόντων και 72% ασίστ), με τους ξένους, πλην Λο και Χάινς (22% των πόντων συγκεντρωτικά), να είναι ρολίστες και επιφορτίσμένοι με τη «βρώμικη δουλειά».
Παρά την αλλαγή προσώπων, δεν υπάρχει ουσιαστική μεταβολή στη φιλοσοφία της ομάδας. Στη θέση του Χάινς έρχεται ένας παρόμοιος ψηλός (Ντάνστον), ο οποίος τουλάχιστον στατιστικά «μπαίνει στα παπούτσια» του Κάιλ… Ωστόσο μακροπρόθεσμα, η μη παραμονή του Αμερικανού ημίψηλου θα αποδειχθεί λάθος, καθώς χάνεται ένα σημείο αναφοράς στη φροντ λάιν, το οποίο θα ήταν το ιδανικό fit για το παιχνίδι των ερυθρόλευκων. Μια άλλη ειδοποιός διαφορά είναι η σταδιακά μεγαλύτερη συμβολή των ξένων επιθετικά, καθώς αντί του Παπανικολάου, αποκτάται ο Λοτζέσκι, ο οποίος θα αποτελέσει αυτή, αλλά και τις επόμενες σεζόν, σημαντικό πόλο στην επίθεση του Ολυμπιακού (14% των συνολικών πόντων). Με το φόρτωμα της γραμμής ψηλών εκτός του Ντάνστον, με Σίμονς, Πέτγουει και Μπέγκιτς (πριν αντικατασταθεί στο Top16 με το Σερμαντίνι), τα κοψίματα αποτέλεσαν καθαρά δική τους υπόθεση, καθώς συνεισέφεραν το 94%, ενώ και στα ριμπάουντ, το 56% συγκεντρώθηκε από … ξένα χέρια!
Κατά τη γνώμη μου, η πιο ισορροπημένη ομάδα του Ολυμπιακού των τελευταίων ετών είναι αυτή του 2014-15. Με τον ελληνικό κορμό αναλλοίωτο και τους 3 από τους ξένους της προηγούμενης σεζόν (Λοτζέσκι, Πέτγουει και Ντάνστον) να παραμένουν, η λογική απόκτησης των υπολοίπων ήταν πάνω στις βασικές αρχές της ομάδας. Ο τίμιος Λαφαγέτ για να συμπληρώσει την περιφερειακή γραμμή (9% των πόντων και 14% των ασίστ), ο σκληροτράχηλος Ντάρντεν να «δέσει» την περιφερειακή άμυνα (8% των κλεψιμάτων) και ο Χάντερ για να προσφέρει ό,τι ακριβώς και ο Ντάνστον (μαζί θα γράψουν 20% των πόντων και 29% των ριμπάουντ της ομάδας). Η επιτυχία αυτής της χρονιάς, σίγουρα, είναι και δική τους υπόθεση, καταφέρνοντας να «βγάλουν» ενέργεια και να συνεισφέρουν σε πολλούς τομείς της στατιστικής και όχι μόνο.
Η σεζόν 2015 – 16, κατά κάποιο τρόπο, αποτελεί την απαρχή μιας νέας εποχής για τον Ολυμπιακό. Η φυγή του Σλούκα (μην περιμένετε να πω τώρα κάτι για αυτό), εκτός του ότι αποδυναμώνει την ελληνική παροικία, θα αφήσει ένα κενό στην περιφερειακή γραμμή, το οποίο μέχρι και σήμερα δεν έχει καλυφθεί. Ο Σφαιρόπουλος, μετά το Στρόμπερι θα επιλέξει το Χάκετ για να ολοκληρώσει το back court της ομάδας, ενώ με την απόκτηση 3 ξένων σέντερ δείχνει ότι θέλει να θωρακίσει τη ρακέτα αμυντικά… Ωστόσο, η χημεία δεν είναι η καταλληλότερη, ενώ και οι τραυματισμοί των Γιανγκ και Λοτζέσκι θα αποτελέσουν σημαντικό πλήγμα. Παρόλο που στατιστικά η συνεισφορά των ξένων φαίνεται ικανοποιητική (πλην πόντων και ασίστ διατηρούν τη μερίδια του λέοντος στις υπόλοιπες κατηγορίες), το συμπέρασμα που βγαίνει αυτή τη χρονιά είναι ότι η εξάρτηση από το Σπανούλη επιθετικά, αντί να μικραίνει, μεγαλώνει… Η αποτυχία του αποκλεισμού από τα play off της Euroleague, θα σκεπαστεί ωστόσο από την επική κατάκτηση του Ελληνικού Πρωταθλήματος!
Με το ξεκίνημα του νέου και πιο απαιτητικού format της Euroleague, ο Ολυμπιακός φαίνεται να κάνει restart, προσπαθώντας να μπει στη νέα εποχή της διοργάνωσης ενδυναμωμένος. Με την απόκτηση του Μπιρτς αναδεικνύει άλλον έναν ψηλό, στα πρότυπα που έχει καθιερώσει, ο οποίος αποτελεί την κολώνα των ερυθρόλευκων αμυντικά (29% των μπλοκ και 15% των ριμπάουντ). Επίσης από την αρχή της μεταγραφικής περιόδου ψάχνει για ένα γκαρντ – σκόρερ να πλαισιώσει το Σπανούλη και κυρίως να του δίνει ανάσες. Καταλήγει στον Γκριν, με το φαρμακερό σουτ, ο οποίος ενώ στο πρώτο μισό της Regular Season δείχνει ότι ερχόμενος από τον πάγκο, μπορεί να δώσει το instant scoring και να πάρει την ομάδα στις πλάτες του (12% των συνολικών πόντων), θα αποδειχθεί ασταθής όσο περνάει ο καιρός. Τελικά, λόγω και των τραυματισμών των Χάκετ και Λοτζέσκι, η εξάρτηση επιθετικά από το δίπολο Σπανούλη – Πρίντεζη θα παραμείνει υψηλή (σημείωσαν μαζί το 29% των συνολικών πόντων). Η χρονιά αφήνει γλυκόπικρη γεύση, καθώς η πρόκριση στο φάιναλ4, θα συνοδευτεί από απώλεια του εγχώριου τίτλου…
Ο Σφαιρόπουλος, εμφανώς επηρεασμένος από την κατάληξη της προηγούμενης χρονιάς, φαίνεται να πηγαίνει κόντρα στις αρχές του. Για πρώτη φορά ενόσω είναι προπονητής στον Ολυμπιακό, θα αποκτήσει ξένους παίκτες με καθαρά επιθετικό προσανατολισμό (βλ. Μακλιν, Ρόμπερτς και Στρέλνιεκς), προσπαθώντας να κάνει πιο απρόβλεπτη την ομάδα. Το αποτέλεσμα ήταν οι ξένοι να εξισορροπήσουν μεν το ποσοστό όσον αφορά την επιθετική συγκομιδή (49%), με τους δύο σέντερ Μακλίν και Μιλουτίνοφ να έχουν το 20% των συνολικών πόντων (πράγμα πρωτόγνωρο για τον Ολυμπιακό και ξεκάθαρα δείγμα αλλαγής αγωνιστικής φιλοσοφίας), συνεισφέροντας δε λιγότερο από κάθε άλλη χρονιά στον τομέα των κοψιμάτων (51%), σε ένα ιστορικά χαμηλό για τους ερυθρόλευκους, στην εν λόγω στατιστική κατηγορία. Το φαινόμενο που παρατηρήθηκε την προηγούμενη χρονιά, με το προβλέψιμο επιθετικά παιχνίδι, θα συνεχιστεί σε εντονότερο βαθμό και πλέον ο προβληματισμός μεγαλώνει.
Αν μιλήσαμε για restart τη σεζόν 2016 – 17, τότε τη φετινή μάλλον πρέπει να αναφερθούμε σε reboot. Όπως έγραψα και στο άρθρο New Kids on the Port, η έλευση Μπλατ οδήγησε σε μια τεράστια αλλαγή πλεύσης όσον αφορά τις επιλογές ξένων, ίσως αντίστοιχης της περιόδου 2011 – 12.
Ο έμπειρος τεχνικός θέλει οι νέοι παίκτες να πάρουν πρωτοβουλίες, το οποίο είναι εμφανές από τη συνεισφορά πόντων των ξένων (56%), ωστόσο τα αποτελέσματα ειδικά τις τελευταίες αγωνιστικές δεν είναι τα επιθυμητά. Άλλο ένα παράδοξο της φετινής χρονιάς είναι ότι οι ξένοι πλέον έχουν χαμηλότερη συνεισφορά στον τομέα των ριμπάουντ, όπου ανέκαθεν κυριαρχούσαν.
Και παρόλο που η σταθερά Μιλουτίνοφ αποτελεί το Α και το Ω της ομάδας σε επίθεση (13% των πόντων), άμυνα (30% των μπλοκ) και ριμπάουντ (20%) , οι χαμηλές πτήσεις των υπόλοιπων ξένων «ταβανιάζουν» τις φιλοδοξίες της ομάδας, έτσι όπως δομήθηκε.
Ακόμα και ο Γκος παρά την υψηλή του συνεισφορά και επιθετικά (12% των πόντων) και δημιουργικά (24% των συνολικών ασίστ, ποσοστό κατά πολύ μεγαλύτερο και από το αντίστοιχο του Λο, δείγμα της «ελευθερίας» που απολαμβάνει από τον προπονητή του), δείχνει να μην μπορεί προς το παρόν να ηγηθεί της ομάδας (πολλές κακές επιλογές επιθετικά στα τελευταία λεπτά).
Συμπερασματικά, τα τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός φαίνεται να απομακρύνεται από τις βασικές αρχές που τον έφεραν ξανά στην κορυφή της Ευρώπης, τουλάχιστον όσον αφορά τις επιλογές ξένων (αθλητικοί παίκτες με συγκεκριμένους ρόλους, έφεση στην άμυνα), γεγονός το οποίο σε ένα βαθμό είναι κατανοητό, καθώς η αδυναμία διατήρησης ατόφιου του Ελληνικού κορμού, σε συνδυασμό με την ηλικία των δύο αρχηγών, έχουν οδηγήσει σε μια προσπάθεια αλλαγής της σκυτάλης κυρίως περιφερειακά (βλ. μεταγραφές Στρέλνιεκς και Γκος).
Ειδικά η περσινή χρονιά (η πρώτη που ο Ολυμπιακός δεν είχε mobile center στη front line και defensive stopper στην περιφέρεια) ήταν ενδεικτική της αλλαγής φιλοσοφίας, ενώ και φέτος, με την έλευση Μπλατ, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, έχει συνεχιστεί αυτή η στροφή, με πολλές από τις αποφάσεις στο επιθετικό κομμάτι, ακόμα και στα τελευταία δευτερόλεπτα να παίρνονται από τους ξένους.
Σίγουρα πλησιάζει η ώρα που η ομάδα θα πρέπει να συνεχίσει να ζει χωρίς τους παίκτες που τη μεγάλωσαν στη σύγχρονη ιστορία της.
Το μεγάλο στοίχημα είναι αυτή η μετάβαση να είναι ομαλή, αλλά θεωρώ ότι εφόσον το μπάτζετ δε βοηθάει για να δημιουργήσουμε ένα one and done ανταγωνιστικό σύνολο με ακριβούς ξένους – ηγέτες (Άνταμς, Ντιλέινι και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις), τότε πρέπει να γυρίσουμε στις βασικές μας αρχές…
Ενίσχυση ελληνικού κορμού (έστω ευρωπαϊκού αν καταφύγουμε στη λύση της Αδριατικής Λίγκα) με ανάδειξη νέων ταλέντων (όπου θέλει υπομονή όπως με Μιλουτίνοφ) που θα μείνουν στην ομάδα για χρόνια αποκτώντας χημεία και δεσμούς και προσεκτικές – στοχευμένες επιλογές ξένων χαμηλού ρίσκου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (δηλαδή ευκαιρίες τύπου Χένρι δεν πρέπει να χάνονται) που θα συμπληρώνουν ιδανικά τους υπάρχοντες.
Εν κατακλείδι, αυτό που έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη ο Ολυμπιακός αυτή τη στιγμή και στο μέλλον είναι το moto:
Ο Σφαιρόπουλος, εμφανώς επηρεασμένος από την κατάληξη της προηγούμενης χρονιάς, φαίνεται να πηγαίνει κόντρα στις αρχές του. Για πρώτη φορά ενόσω είναι προπονητής στον Ολυμπιακό, θα αποκτήσει ξένους παίκτες με καθαρά επιθετικό προσανατολισμό (βλ. Μακλιν, Ρόμπερτς και Στρέλνιεκς), προσπαθώντας να κάνει πιο απρόβλεπτη την ομάδα. Το αποτέλεσμα ήταν οι ξένοι να εξισορροπήσουν μεν το ποσοστό όσον αφορά την επιθετική συγκομιδή (49%), με τους δύο σέντερ Μακλίν και Μιλουτίνοφ να έχουν το 20% των συνολικών πόντων (πράγμα πρωτόγνωρο για τον Ολυμπιακό και ξεκάθαρα δείγμα αλλαγής αγωνιστικής φιλοσοφίας), συνεισφέροντας δε λιγότερο από κάθε άλλη χρονιά στον τομέα των κοψιμάτων (51%), σε ένα ιστορικά χαμηλό για τους ερυθρόλευκους, στην εν λόγω στατιστική κατηγορία. Το φαινόμενο που παρατηρήθηκε την προηγούμενη χρονιά, με το προβλέψιμο επιθετικά παιχνίδι, θα συνεχιστεί σε εντονότερο βαθμό και πλέον ο προβληματισμός μεγαλώνει.
Ο έμπειρος τεχνικός θέλει οι νέοι παίκτες να πάρουν πρωτοβουλίες, το οποίο είναι εμφανές από τη συνεισφορά πόντων των ξένων (56%), ωστόσο τα αποτελέσματα ειδικά τις τελευταίες αγωνιστικές δεν είναι τα επιθυμητά. Άλλο ένα παράδοξο της φετινής χρονιάς είναι ότι οι ξένοι πλέον έχουν χαμηλότερη συνεισφορά στον τομέα των ριμπάουντ, όπου ανέκαθεν κυριαρχούσαν.
Και παρόλο που η σταθερά Μιλουτίνοφ αποτελεί το Α και το Ω της ομάδας σε επίθεση (13% των πόντων), άμυνα (30% των μπλοκ) και ριμπάουντ (20%) , οι χαμηλές πτήσεις των υπόλοιπων ξένων «ταβανιάζουν» τις φιλοδοξίες της ομάδας, έτσι όπως δομήθηκε.
Ακόμα και ο Γκος παρά την υψηλή του συνεισφορά και επιθετικά (12% των πόντων) και δημιουργικά (24% των συνολικών ασίστ, ποσοστό κατά πολύ μεγαλύτερο και από το αντίστοιχο του Λο, δείγμα της «ελευθερίας» που απολαμβάνει από τον προπονητή του), δείχνει να μην μπορεί προς το παρόν να ηγηθεί της ομάδας (πολλές κακές επιλογές επιθετικά στα τελευταία λεπτά).
Συμπερασματικά, τα τελευταία χρόνια ο Ολυμπιακός φαίνεται να απομακρύνεται από τις βασικές αρχές που τον έφεραν ξανά στην κορυφή της Ευρώπης, τουλάχιστον όσον αφορά τις επιλογές ξένων (αθλητικοί παίκτες με συγκεκριμένους ρόλους, έφεση στην άμυνα), γεγονός το οποίο σε ένα βαθμό είναι κατανοητό, καθώς η αδυναμία διατήρησης ατόφιου του Ελληνικού κορμού, σε συνδυασμό με την ηλικία των δύο αρχηγών, έχουν οδηγήσει σε μια προσπάθεια αλλαγής της σκυτάλης κυρίως περιφερειακά (βλ. μεταγραφές Στρέλνιεκς και Γκος).
Ειδικά η περσινή χρονιά (η πρώτη που ο Ολυμπιακός δεν είχε mobile center στη front line και defensive stopper στην περιφέρεια) ήταν ενδεικτική της αλλαγής φιλοσοφίας, ενώ και φέτος, με την έλευση Μπλατ, περισσότερο από ποτέ άλλοτε, έχει συνεχιστεί αυτή η στροφή, με πολλές από τις αποφάσεις στο επιθετικό κομμάτι, ακόμα και στα τελευταία δευτερόλεπτα να παίρνονται από τους ξένους.
Σίγουρα πλησιάζει η ώρα που η ομάδα θα πρέπει να συνεχίσει να ζει χωρίς τους παίκτες που τη μεγάλωσαν στη σύγχρονη ιστορία της.
Το μεγάλο στοίχημα είναι αυτή η μετάβαση να είναι ομαλή, αλλά θεωρώ ότι εφόσον το μπάτζετ δε βοηθάει για να δημιουργήσουμε ένα one and done ανταγωνιστικό σύνολο με ακριβούς ξένους – ηγέτες (Άνταμς, Ντιλέινι και λοιπές δημοκρατικές δυνάμεις), τότε πρέπει να γυρίσουμε στις βασικές μας αρχές…
Ενίσχυση ελληνικού κορμού (έστω ευρωπαϊκού αν καταφύγουμε στη λύση της Αδριατικής Λίγκα) με ανάδειξη νέων ταλέντων (όπου θέλει υπομονή όπως με Μιλουτίνοφ) που θα μείνουν στην ομάδα για χρόνια αποκτώντας χημεία και δεσμούς και προσεκτικές – στοχευμένες επιλογές ξένων χαμηλού ρίσκου με συγκεκριμένα χαρακτηριστικά (δηλαδή ευκαιρίες τύπου Χένρι δεν πρέπει να χάνονται) που θα συμπληρώνουν ιδανικά τους υπάρχοντες.
Εν κατακλείδι, αυτό που έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη ο Ολυμπιακός αυτή τη στιγμή και στο μέλλον είναι το moto:
“Community, Identity, Stability”!*
* δανειζόμενος την περίφημη φράση από τη δυστοπική νουβέλα Brave New World (έχει κυκλοφορήσει και ομώνυμο άλμπουμ από τους Iron Maiden)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου